Ο κάμπος Ιππείου έτσι όπως συνηθίζεται να λέγεται,είναι ένας γίγαντας που κοιμάται χρόνια τώρα,από τότε που άρχισαν οι επιδοτήσεις και ο κόσμος έπαψε να ασχολείται μαζί του.
Άλλος λόγος είναι πως οι άνθρωποι της περιοχής έπιασαν δουλειά στις οικοδομές για να έχουν το ΙΚΑ τους και να σιγουρέψουν μια σύνταξη.Τώρα όμως και αυτά κινδυνεύουν.Τι να πει κανείς.Ενώ τη γη όταν τη δουλεύεις ποτέ δεν σ’αφήνει.Άσε που γίνεσαι και αυτάρκης.Όπως ήταν και τότε,πριν χρόνια.
Ο κάμπος αυτός έσωσε κόσμο και κόσμο σε διάφορες εποχές.
Όπως στην μεγάλη πείνα του ΄41.
Τα παλιά χρόνια ο ποταμός Ευεργέτουλας ελευθέρωνε τα νερά του και τ’άφηνε να κατακλύζουν το μεγαλύτερο μέρος του κάμπου.Για αυτή την ευεργεσία το είπαν Ευεργέτουλα.
Οι άνθρωποι όμως στα Κεραμειά και στο Ίππειος φώναζαν «βοήθεια»,χτυπούσαν τις καμπάνες,γιατί τα νερά που δεν ήξεραν να ξεχωρίζουν έμπαιναν και στα σπίτια τους.
Αυτοί πάλι για να τον καλοπιάσουν το είπαν Ευεργέτουλα.
Όπως το ξόδι που το λένε «γλυκάδι».
Ο Ευεργέτουλας όμως που δεν χαμπάριαζε,ούτε από τις φωνές των ανθρώπων,ούτε από τις καμπάνες από μόνος του, όταν χόρταινε να γονιμοποιεί τη γη,αποτραβούσε τα νερά του στην κοίτη-κλίνη του, γαλήνιος και αποχαυνωμένος.
Οι άνθρωποι όμως που δεν τους αρέσουν όλα αυτά,για να υποτάξουν τον Ευεργέτουλα,που δεν τους έδινε σημασία και έκανε του κεφαλιού του, συνεννοήθηκαν και μια ημέρα του ’64,αν θυμάμαι καλά,εκβάθυναν την κοίτη του και ύψωσαν τις όχθες του και έτσι σιγούρεψαν πια,αφού φιλάκισαν τα νερά του, και τον Ευεργέτουλα τον επανέφεραν στην ομαλότητα, «του’βαλαν μυαλό».
Έτσι νομίζουν γιατί αυτός τώρα περιμένει ένα νέο κατακλυσμό,του Δευκαλίωνα,για να ελευθερώσει πάλι τα νερά του να ξεχυθεί και να γονιμοπιήσει τη γη,όπως τότε τα παλιά χρόνια.
Έτσι λοιπόν ο κάμπος αυτός ο γόνιμος,έτοιμος σαν γυναίκα,περίμενε αυτούς που θα’ρθουν να φυτέψουν το σπόρο-σπέρμα,για να γεννήσει τα γεννήματα,να παράγει και να τους θρέψει σαν μάνα γη…Δαμάτερ.
Αυτό δεν άργησε να γίνει και από τα πολύ παλιά χρόνια,τα προϊστορικά,πέρασε κόσμος πολύς από εδώ,έχτισε πολλούς οικισμούς σ’όλο τον κάμπο,όπως μαρτυρούν και τα τοπωνύμια που μέχρι σήμερα υπάρχουν…-Αρακλές,Μακριανά,Μάγγαινα,Μητρόπολη.Ήρθαν λοιπόν τα χρόνια μας και μέχρι το τέλος της δεκαετίας του εξήντα,οι περισσότεροι κάτοικοι από τα γύρω χωριά, Ίππειος, Συκούντα,Κεραμειά,κάθε καλοκαίρι «σνουπαίρναν» στον κάμπο.
Πολύ παλιά συνήθεια.Το μαρτυρά η λέξη «σνουπαίρνω»(συν-παίρνω)που σημαίνει «πως μαζί από κοινού με άλλους μεταφερόμαστε».
Η Συκούντα,αρχαίο χωριό με ιστορία,άδειαζε εντελώς.
Το ίδιο και το Ίππειος,περισσότερο το κάτω χωριό.
Τα συκοπερίβολα «σνουπαρτά» στον κάμπο ήταν γεμάτα κόσμο,τραγούδια,γέλια,φωνές.
Είχε ζωή,χαρά,ήταν όλα εδώ.Μένανε σε καλύβες,φτιαγμένες από ψαθί(χόρτο).Λιγοστοί ήταν οι πύργοι.
Τα βράδια κάνανε παρέες και μαζεύονταν στα «σνουπαρτά».
Ιστορίες,αινίγματα,παραμύθια,κάτω από το φως της λάμπας,για δράκους(σαράντα) και για βασιλοπούλες.Το πρωί μάζευαν τα ξερά σύκα,τ’άπλωναν σε απλωταριές στον ήλιο για να φύγει η υγρασία.Μετά τα ξεχώριζαν σε «μάνες»,σε «αμπαρόσκα» ή «κανταρόσκα» και σε «απόσκα».Τότε ο κάμπος είχε 30.000 συκιές-δέντρα και μάζευαν 250.000 οκάδες ξερά σύκα.
Καλλιεργούσαν οπωροκηπευτικά,απ’όλα σε μεγάλες ποσότητες,τα κατέβαζαν στα πρατήρια στην Μυτιλήνη και γέμιζε και χόρταινε η αγορά.
Κτηνοτροφία,400 μοσχάρια το χρόνο έτρεφαν στον κάμπο τα χρόνια αυτά.
Τροφοδοτούσαν την αγορά της Μυτιλήνης,Γέρας,Πλωμαρίου και αλλού.
Ο κάμπος όμως είχε και τα πανηγύρια του.Όλα τα θέλει ο κόσμος,και τα πανηγύρια του,για να ομορφύνει τη ζωή του,να τη γλυκάνει.Όχι όλο δουλειά,δουλειά,τότε θα ήμασταν το ίδιο με τα ζωντανά μας.
Το πρώτο πανηγύρι ήταν του Αγ.Παντελεήμονα,στις 27 Ιουλίου.Καθαρά θρησκευτικό πανηγύρι.Ένα ξωκλήσι στον κάμπο,κάτω από μεγάλες καρυδιές,και ένα πηγάδι.Ερχόταν απ’όλα τα γύρω χωριά και από την Αγιάσο κατέβαιναν χαλβατζήδες,με χαλβά αγιασώτικο και πουλούσαν και πετειναράκια ζαχαρωτά,χρωματιστά.Μετά την λειτουργία πήγαιναν σε φιλικά «σνουπαρτά».
Εκεί πίνανε τον καφές τους και λέγανε τα νέα του χωριού.Τους βγάζανε φρούτα και καρπούζι ντόπιο του κάμπου,αφού πριν το είχαν κατεβάσει στο πηγάδι για να κρυώσει.
Τα σύκα δεν είχαν ωριμάσει ακόμα.Μόνο λίγα «παρά φύσει»,τα λάδωναν τα παιδιά και γίνονταν πιο γρήγορα,βιαστικά,τα βίαζαν.
Στο δρόμο για το Ντίπι(Δίπαια),λίγο πιο κάτω απ’τα Ύδατα,στου Γιαλού Πηγάδι,ακριβώς πάνω στο δρόμο,γίνονταν άλλο ένα πανηγύρι στις 29 Αυγούστου του Αγ.Ιωάννη.
Κρατούσε δύο μέρες,ξενυχτούσαν μέχρι το πρωί,είχε και μουσικές και χορεύανε.
Τα καφενεία ήταν πρόχειρες τσαρντάκες και τα τραπέζια κάτω από τα δέντρα και στις άκρες του δρόμου.Πολλά λεγόταν την ημέρα αυτή.Μπερδεμένα τα συναισθήματα, επηρεασμένα, από κάποια τραγικά γεγονότα που είχαν σημαδέψει το πανηγύρι αυτό και ο κόσμος φοβόταν και πρόσεχε μην γίνει πάλι κανένα κακό.Ήταν η ζέστη του κάμπου,το πιοτό,η μουσική κι όλες αυτές οι ιστορίες.
Το τελευταίο πανηγύρι ήταν στις 8 Σεπτεμβρίου,Γενέσιον της Θεοτόκου.Καταμεσή στον κάμπο,στην Μητρόπολη.Το μεγαλύτερο πανηγύρι,όλος ο κόσμος γιόρταζε και ξενυχτούσε .
Η μουσική έφτανε μέχρι τα γύρω χωριά.
Είχαν ξενοιάσει από τις δουλειές του καλοκαιριού.
Τα σύκα τα είχαν μαζέψει,τα οπωροκηπευτικά ήταν λιγοστά και τα περισσότερα μοσχάρια τα είχαν δώσει.Το καλοκαίρι βρισκόταν στο τέλος του και τα σχολεία σε λίγο άνοιγαν.
Επιστροφή στα χωριά.Άρχιζε το πάστωμα και μετά το μάζεμα της ελιάς.Όλα με την σειρά τους,στην ώρα τους.Ο κόσμος ήξερε και τα χαιρόταν όλα αυτά.Σήμερα όλα έχουν αλλάξει.Ο κάμπος δεν είναι όπως ήταν.
Ο Ευεργέτουλας δεν γονιμοποιεί την γη,τα οπωροκηπευτικά δεν είναι από το φυντάνι το ντόπιο που γνώριζε το κλίμα,τα σύκα δεν τα μαζεύουν πια,δεν υπάρχουν απλωταριές και τα πανηγύρια δεν είναι εδώ.Από πουθενά δεν ακούγεται μουσική.
Οι άνθρωποι έφυγαν μα ο κάμπος μένει εκεί και περιμένει να τους θρέψει ξανά αν χρειαστεί και θα χρειαστεί,να το θυμάστε.

*Ο Ευάγγελος Σάλτας διετέλεσε πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου επί σειρά ετών με πλούσια δράση στη μελέτη και διάδοση του λαογραφικού υλικού του τόπου μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου